ἀλουσία

ἀλουσία
ἀλουσία, ,
A being unwashed, Hp.de Arte 5;

ἠγρίωσαι διὰ μακρᾶς ἀλουσίας E.Or.226

, cf. Alex.197: pl.,

ἀλουσίησι . . συμπεπτωκώς Hdt. 3.52

, cf. Hp.Morb.2.71.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀλουσία — ἀλουσίᾱ , ἀλουσία being unwashed fem nom/voc/acc dual ἀλουσίᾱ , ἀλουσία being unwashed fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αλουσία — αλουσία, η και αλουσιά, η και αλουσά, η το να μη λούζεται κανείς, απλυσιά: Βρομούσαμε από την αλουσιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αλουσιά — (I) και αλουσά, η (AM ἀλουσία και Α ἀλουτία) το να μην λούζεται ή να μην πλένεται κανείς, η απλυσιά. [ΕΤΥΜΟΛ. Το νεοελλ. αλουσιά (από όπου το αλουσά) < αρχ. ἀλουσία < ἄλουτος (πρβλ. και ἀθανασία < ἀθάνατος, ἀπλυσία < ἄπλυτος κ.λπ.)].… …   Dictionary of Greek

  • ἀλουσίᾳ — ἀλουσίαι , ἀλουσία being unwashed fem nom/voc pl ἀλουσίᾱͅ , ἀλουσία being unwashed fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίας — ἀλουσίᾱς , ἀλουσία being unwashed fem acc pl ἀλουσίᾱς , ἀλουσία being unwashed fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίαι — ἀλουσία being unwashed fem nom/voc pl ἀλουσίᾱͅ , ἀλουσία being unwashed fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίαν — ἀλουσίᾱν , ἀλουσία being unwashed fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσιῶν — ἀλουσία being unwashed fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίαις — ἀλουσία being unwashed fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίη — ἀλουσία being unwashed fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλουσίης — ἀλουσία being unwashed fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”